Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προπάλαιος
προπαλαιόω
προπάλεια
προπαλής
προπαππικός
πρόπαππος
πρόπαρ
προπαραβάλλω
προπαραγγέλλω
προπαραγίγνομαι
προπαραδέχομαι
προπαραδίδωμι
προπαραινέω
προπαραιτέομαι
προπαραίτησις
προπαράκειμαι
προπαραλαμβάνω
προπαραλήγω
προπαραλύομαι
προπαραμυθέομαι
προπαρασημαίνομαι
View word page
προπαραδέχομαι
receive before

ShortDef

receive before

Debugging

Headword:
προπαραδέχομαι
Headword (normalized):
προπαραδέχομαι
Headword (normalized/stripped):
προπαραδεχομαι
IDX:
74464
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74465
Key:

Data

{'content': 'receive before'}