Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προοιστέον
προοιστός
προοίχομαι
προολμοκοπέω
προομαλύνω
προόμνυμι
προομολογέω
προομολόγησις
προομολογητέον
προομολογία
προονειδίζω
προόντως
προοπτάω
προοπτέον
προοπτέος
προόπτης
προοπτικός
πρόοπτος
προόρασις
προορατικός
προορατός
View word page
προονειδίζω
reproach before

ShortDef

reproach before

Debugging

Headword:
προονειδίζω
Headword (normalized):
προονειδίζω
Headword (normalized/stripped):
προονειδιζω
IDX:
74409
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74410
Key:

Data

{'content': 'reproach before'}