Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προοινοποιέω
προοιστέον
προοιστός
προοίχομαι
προολμοκοπέω
προομαλύνω
προόμνυμι
προομολογέω
προομολόγησις
προομολογητέον
προομολογία
προονειδίζω
προόντως
προοπτάω
προοπτέον
προοπτέος
προόπτης
προοπτικός
πρόοπτος
προόρασις
προορατικός
View word page
προομολογία
previous agreement, arrangement

ShortDef

previous agreement, arrangement

Debugging

Headword:
προομολογία
Headword (normalized):
προομολογία
Headword (normalized/stripped):
προομολογια
IDX:
74408
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74409
Key:

Data

{'content': 'previous agreement, arrangement'}