Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προνοτίζω
προνουμηνία
προνύμφιος
προνύξ
προνύττω
προνωπής
προνώπια
πρόξ
προξενέω
προξένησις
προξενητής
προξενητικός
προξενία
προξενίζω
προξενόομαι
πρόξενος
Πρόξενος
προξηραίνω
προξηροτριβέομαι
προξυράω
προξύρησις
View word page
προξενητής
broker, agent

ShortDef

broker, agent

Debugging

Headword:
προξενητής
Headword (normalized):
προξενητής
Headword (normalized/stripped):
προξενητης
IDX:
74357
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74358
Key:

Data

{'content': 'broker, agent'}