Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προνοητικός
πρόνοια
προνομεία
προνομευτής
προνομεύω
προνομή
προνομία
προνόμιον
προνομοθετέω
πρόνομος
πρόνοος
Πρόνοος
προνοσέω
προνοτίζω
προνουμηνία
προνύμφιος
προνύξ
προνύττω
προνωπής
προνώπια
πρόξ
View word page
πρόνοος
careful, prudent
ShortDef
careful, prudent
Pronous
Debugging
Headword:
πρόνοος
Headword (normalized):
πρόνοος
Headword (normalized/stripped):
προνοος
IDX:
74344
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74345
Key:
Data
{'content': 'careful, prudent'}