Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προνοέω
Προνόη
προνοησία
προνοητέον
προνοητέος
προνοητεύω
προνοητής
προνοητικός
πρόνοια
προνομεία
προνομευτής
προνομεύω
προνομή
προνομία
προνόμιον
προνομοθετέω
πρόνομος
πρόνοος
Πρόνοος
προνοσέω
προνοτίζω
View word page
προνομευτής
forager, plunderer

ShortDef

forager, plunderer

Debugging

Headword:
προνομευτής
Headword (normalized):
προνομευτής
Headword (normalized/stripped):
προνομευτης
IDX:
74337
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74338
Key:

Data

{'content': 'forager, plunderer'}