Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προνικάω
προνοέω
Προνόη
προνοησία
προνοητέον
προνοητέος
προνοητεύω
προνοητής
προνοητικός
πρόνοια
προνομεία
προνομευτής
προνομεύω
προνομή
προνομία
προνόμιον
προνομοθετέω
πρόνομος
πρόνοος
Πρόνοος
προνοσέω
View word page
προνομεία
going out to forage

ShortDef

going out to forage

Debugging

Headword:
προνομεία
Headword (normalized):
προνομεία
Headword (normalized/stripped):
προνομεια
IDX:
74336
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74337
Key:

Data

{'content': 'going out to forage'}