Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προμύθιον
προμυκτήριον
προμυλαία
προμυλλαίνω
προμυρίζω
προμύσσω
προμύστης
προμυχθίζω
πρόμωλον
πρόναος
προναυκληρέω
προναύκληρος
προναυμαχέω
προνέμω
προνέομαι
προνεύω
προνέω
προνέω2
προνήσιον
προνηστεύω
προνήχομαι
View word page
προναυκληρέω
act for one as shipmaster, Bull.Soc.Roy.Lund

ShortDef

act for one as shipmaster, Bull.Soc.Roy.Lund

Debugging

Headword:
προναυκληρέω
Headword (normalized):
προναυκληρέω
Headword (normalized/stripped):
προναυκληρεω
IDX:
74314
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74315
Key:

Data

{'content': 'act for one as shipmaster, Bull.Soc.Roy.Lund'}