Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προμύησις
προμυθία
προμύθιον
προμυκτήριον
προμυλαία
προμυλλαίνω
προμυρίζω
προμύσσω
προμύστης
προμυχθίζω
πρόμωλον
πρόναος
προναυκληρέω
προναύκληρος
προναυμαχέω
προνέμω
προνέομαι
προνεύω
προνέω
προνέω2
προνήσιον
View word page
πρόμωλον
promunctorium

ShortDef

promunctorium

Debugging

Headword:
πρόμωλον
Headword (normalized):
πρόμωλον
Headword (normalized/stripped):
προμωλον
IDX:
74312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74313
Key:

Data

{'content': 'promunctorium'}