Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προμοχθέω
πρόμοχθοι
προμυέω
προμύησις
προμυθία
προμύθιον
προμυκτήριον
προμυλαία
προμυλλαίνω
προμυρίζω
προμύσσω
προμύστης
προμυχθίζω
πρόμωλον
πρόναος
προναυκληρέω
προναύκληρος
προναυμαχέω
προνέμω
προνέομαι
προνεύω
View word page
προμύσσω
snuff
ShortDef
snuff
Debugging
Headword:
προμύσσω
Headword (normalized):
προμύσσω
Headword (normalized/stripped):
προμυσσω
IDX:
74309
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74310
Key:
Data
{'content': 'snuff'}