Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προμνηστικός
προμνηστῖνοι
προμνήστρια
πρόμοιρος
προμοιχεύω
προμολή
πρόμολος
πρόμος
προμόσχευσις
προμοσχεύω
πρόμουλον
προμοχθέω
πρόμοχθοι
προμυέω
προμύησις
προμυθία
προμύθιον
προμυκτήριον
προμυλαία
προμυλλαίνω
προμυρίζω
View word page
πρόμουλον
embankment, quay

ShortDef

embankment, quay

Debugging

Headword:
πρόμουλον
Headword (normalized):
πρόμουλον
Headword (normalized/stripped):
προμουλον
IDX:
74298
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74299
Key:

Data

{'content': 'embankment, quay'}