Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προμεριμνάω
προμεσόζευξις
προμεταβάλλω
προμεταλλαγή
προμετρέω
προμέτρης
προμετρητής
προμετρητός
πρόμετρος
προμετωπίδιον
προμετωπίδιος
προμετωπίς
προμέτωπος
προμήθεια
Προμήθεια
Προμήθειος
προμηθέομαι
προμηθεύς
Προμηθεύς
προμηθευτικός
προμηθής
View word page
προμετωπίδιος
before or on the forehead

ShortDef

before or on the forehead

Debugging

Headword:
προμετωπίδιος
Headword (normalized):
προμετωπίδιος
Headword (normalized/stripped):
προμετωπιδιος
IDX:
74255
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74256
Key:

Data

{'content': 'before or on the forehead'}