Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προμαχέω
προμαχεών
προμαχητικός
προμαχίζω
προμάχομαι
πρόμαχος
Πρόμαχος
προμεθίημι
προμεθύσκομαι
προμείγνυμι
προμελαίνομαι
προμελετάω
Προμένεια
Προμένειος
προμερίζω
προμεριμνάω
προμεσόζευξις
προμεταβάλλω
προμεταλλαγή
προμετρέω
προμέτρης
View word page
προμελαίνομαι
become black at the tip

ShortDef

become black at the tip

Debugging

Headword:
προμελαίνομαι
Headword (normalized):
προμελαίνομαι
Headword (normalized/stripped):
προμελαινομαι
IDX:
74240
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74241
Key:

Data

{'content': 'become black at the tip'}