Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προμασάομαι
προμάσσω
πρόμαστος
προμαχέω
προμαχεών
προμαχητικός
προμαχίζω
προμάχομαι
πρόμαχος
Πρόμαχος
προμεθίημι
προμεθύσκομαι
προμείγνυμι
προμελαίνομαι
προμελετάω
Προμένεια
Προμένειος
προμερίζω
προμεριμνάω
προμεσόζευξις
προμεταβάλλω
View word page
προμεθίημι
let go before
ShortDef
let go before
Debugging
Headword:
προμεθίημι
Headword (normalized):
προμεθίημι
Headword (normalized/stripped):
προμεθιημι
IDX:
74237
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74238
Key:
Data
{'content': 'let go before'}