Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προλεπτύνω
προλεσχηνεύομαι
πρόλεσχος
προλευκαίνω
προλεύσσω
πρόλημμα
προλημματίζω
προλήνιον
προληπτέον
προληπτικός
πρόληψις
προλιβανωτίζω
προλιμνάζω
προλιμνάς
προλιμοκτονέομαι
προλιπαίνω
προλιχνεύομαι
προλόβιον
πρόλοβος
προλοβώδης
προλογέω
View word page
πρόληψις
preconception, mental picture
ShortDef
preconception, mental picture
Debugging
Headword:
πρόληψις
Headword (normalized):
πρόληψις
Headword (normalized/stripped):
προληψις
IDX:
74182
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74183
Key:
Data
{'content': 'preconception, mental picture'}