Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προλαβόντως
προλαγχάνω
προλάζυμαι
προλάκκιον
προλαλέω
προλαλιά
πρόλαλος
προλαμβάνω
προλάμπω
πρόλαχος
προλέγω
προλειόω
προλείπω
πρόλεξις
προλεπτύνω
προλεσχηνεύομαι
πρόλεσχος
προλευκαίνω
προλεύσσω
πρόλημμα
προλημματίζω
View word page
προλέγω
pick before; foretell; proclaim
ShortDef
pick before; foretell; proclaim
Debugging
Headword:
προλέγω
Headword (normalized):
προλέγω
Headword (normalized/stripped):
προλεγω
IDX:
74168
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74169
Key:
Data
{'content': 'pick before; foretell; proclaim'}