Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προκύπτω
προκυρόομαι
πρόκυρτος
πρόκυψις
Προκύων
προκωδωνίζω
προκώλυμα
προκώμιον
προκωμογραμματεύς
προκώνια
πρόκωπος
προλαβή
προλαβόντως
προλαγχάνω
προλάζυμαι
προλάκκιον
προλαλέω
προλαλιά
πρόλαλος
προλαμβάνω
προλάμπω
View word page
πρόκωπος
grasped by the hilt, drawn

ShortDef

grasped by the hilt, drawn

Debugging

Headword:
πρόκωπος
Headword (normalized):
πρόκωπος
Headword (normalized/stripped):
προκωπος
IDX:
74156
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74157
Key:

Data

{'content': 'grasped by the hilt, drawn'}