Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρόκτησις
προκτητικός
προκτήτωρ
προκυβερνάω
προκυέω
προκυκλέω
προκύκλιος
προκυκλίς
προκυλινδέομαι
προκυλίνδομαι
προκύλισις
προκυμία
προκυνέω
προκυνηγία
προκύπτω
προκυρόομαι
πρόκυρτος
πρόκυψις
Προκύων
προκωδωνίζω
προκώλυμα
View word page
προκύλισις
prostration before

ShortDef

prostration before

Debugging

Headword:
προκύλισις
Headword (normalized):
προκύλισις
Headword (normalized/stripped):
προκυλισις
IDX:
74142
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74143
Key:

Data

{'content': 'prostration before'}