Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προκοπτικός
προκόπτω
πρόκορμος
προκόσμημα
προκοσμητεύω
προκόσμιον
προκόσμιος
πρόκουρος
πρόκοψις
προκρατέω
προκρεμαννύω
πρόκρημνος
πρόκριμα
προκριματίζω
προκρίνω
Πρόκρις
πρόκρισις
προκριτέος
προκριτής
προκριτικός
πρόκριτος
View word page
προκρεμαννύω
hang in front

ShortDef

hang in front

Debugging

Headword:
προκρεμαννύω
Headword (normalized):
προκρεμαννύω
Headword (normalized/stripped):
προκρεμαννυω
IDX:
74114
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74115
Key:

Data

{'content': 'hang in front'}