Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρόκλυτος
προκλύω
Πρόκνη
προκνήμιον
προκνημίς
προκνίς
προκοθηλυμανής
προκοιλαίνω
προκοίλιος
προκοιμάομαι
προκοιτέω
προκοιτία
πρόκοιτος
προκοιτών
προκολάζω
προκολακεύω
προκόλπιον
πρόκολπος
προκομιδ
προκομίζω
προκόμιον
View word page
προκοιτέω
keep guard before

ShortDef

keep guard before

Debugging

Headword:
προκοιτέω
Headword (normalized):
προκοιτέω
Headword (normalized/stripped):
προκοιτεω
IDX:
74087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74088
Key:

Data

{'content': 'keep guard before'}