Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προκλησία
πρόκλησις
προκλητέον
προκλητής
προκλητικός
πρόκλητος
προκλίνω
προκλίτης
προκλύζω
πρόκλυτος
προκλύω
Πρόκνη
προκνήμιον
προκνημίς
προκνίς
προκοθηλυμανής
προκοιλαίνω
προκοίλιος
προκοιμάομαι
προκοιτέω
προκοιτία
View word page
προκλύω
to hear beforehand

ShortDef

to hear beforehand

Debugging

Headword:
προκλύω
Headword (normalized):
προκλύω
Headword (normalized/stripped):
προκλυω
IDX:
74078
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74079
Key:

Data

{'content': 'to hear beforehand'}