Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προκληρόω
Προκλῆς
προκλησία
πρόκλησις
προκλητέον
προκλητής
προκλητικός
πρόκλητος
προκλίνω
προκλίτης
προκλύζω
πρόκλυτος
προκλύω
Πρόκνη
προκνήμιον
προκνημίς
προκνίς
προκοθηλυμανής
προκοιλαίνω
προκοίλιος
προκοιμάομαι
View word page
προκλύζω
wash out beforehand

ShortDef

wash out beforehand

Debugging

Headword:
προκλύζω
Headword (normalized):
προκλύζω
Headword (normalized/stripped):
προκλυζω
IDX:
74076
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74077
Key:

Data

{'content': 'wash out beforehand'}