Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προκληρονομέω
προκληρόω
Προκλῆς
προκλησία
πρόκλησις
προκλητέον
προκλητής
προκλητικός
πρόκλητος
προκλίνω
προκλίτης
προκλύζω
πρόκλυτος
προκλύω
Πρόκνη
προκνήμιον
προκνημίς
προκνίς
προκοθηλυμανής
προκοιλαίνω
προκοίλιος
View word page
προκλίτης
one who sits in the first place

ShortDef

one who sits in the first place

Debugging

Headword:
προκλίτης
Headword (normalized):
προκλίτης
Headword (normalized/stripped):
προκλιτης
IDX:
74075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74076
Key:

Data

{'content': 'one who sits in the first place'}