Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προκινδυνεύω
προκινέω
προκινησία
προκισηρίζω
προκιχράω
προκλαίω
πρόκλαστος
προκλέπτομαι
προκληδί
προκληδονίζομαι
προκληρονομέω
προκληρόω
Προκλῆς
προκλησία
πρόκλησις
προκλητέον
προκλητής
προκλητικός
πρόκλητος
προκλίνω
προκλίτης
View word page
προκληρονομέω
inherit before the time

ShortDef

inherit before the time

Debugging

Headword:
προκληρονομέω
Headword (normalized):
προκληρονομέω
Headword (normalized/stripped):
προκληρονομεω
IDX:
74065
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74066
Key:

Data

{'content': 'inherit before the time'}