Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προκήδομαι
προκηραίνω
προκήρυγμα
προκηρυκεύομαι
προκήρυξις
προκηρύσσω
προκιθάρισμα
προκινδυνεύω
προκινέω
προκινησία
προκισηρίζω
προκιχράω
προκλαίω
πρόκλαστος
προκλέπτομαι
προκληδί
προκληδονίζομαι
προκληρονομέω
προκληρόω
Προκλῆς
προκλησία
View word page
προκισηρίζω
rub with pumice-stone first

ShortDef

rub with pumice-stone first

Debugging

Headword:
προκισηρίζω
Headword (normalized):
προκισηρίζω
Headword (normalized/stripped):
προκισηριζω
IDX:
74058
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74059
Key:

Data

{'content': 'rub with pumice-stone first'}