Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προκατεσθίω
προκατεύχομαι
προκατέχω
προκατηγορέω
προκατηγορία
προκατηχέω
προκατήχησις
προκατισχνόομαι
προκατοδύρομαι
προκατοικέω
προκατονομάζω
προκατοπτάομαι
προκατοπτεύω
προκατορθόω
προκατορρωδέω
προκατορυγμός
πρόκαυσις
προκαυτεύω
πρόκειμαι
προκέλευθος
προκελευσματικός
View word page
προκατονομάζω
name beforehand

ShortDef

name beforehand

Debugging

Headword:
προκατονομάζω
Headword (normalized):
προκατονομάζω
Headword (normalized/stripped):
προκατονομαζω
IDX:
74029
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74030
Key:

Data

{'content': 'name beforehand'}