Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προκαταστοχάζομαι
προκαταστρέφω
προκαταστροφή
προκατασύρω
προκατασφάζω
προκατασχάζω
προκαταταράσσω
προκαταταχέω
προκατατίθημι
προκατατρίβω
προκαταυλέω
προκαταύλησις
προκαταφέρομαι
προκαταφεύγω
προκαταφθείρω
προκαταχέω
προκαταχράομαι
προκαταχρίω
προκαταχωρίζω
προκαταψάω
προκαταψύχω
View word page
προκαταυλέω
soothe beforehand by aulos-playing
ShortDef
soothe beforehand by aulos-playing
Debugging
Headword:
προκαταυλέω
Headword (normalized):
προκαταυλέω
Headword (normalized/stripped):
προκαταυλεω
IDX:
74001
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74002
Key:
Data
{'content': 'soothe beforehand by aulos-playing'}