Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνερωτάω
ἀνερωτητέον
ἀνεσθίω
ἀνέσιμος
ἄνεσις
ἀνεσταλμένως
ἀνέστιος
ἀνεστραμμένως
ἀνετάζω
ἀνέταιρος
ἀνετέον
ἀνετέος
ἀνετεροίωτος
ἀνετοικός
ἀνέτοιμος
ἄνετος
ἀνετυμολόγητος
ἄνευ
ἀνευάζω
ἀνευδοκησία
ἀνευδόκητος
View word page
ἀνετέον
one must relax
ShortDef
one must relax
Debugging
Headword:
ἀνετέον
Headword (normalized):
ἀνετέον
Headword (normalized/stripped):
ανετεον
IDX:
7398
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7399
Key:
Data
{'content': 'one must relax'}