Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προκαταναλίσκω
προκατανίζω
προκατανοέω
προκατανομή
προκαταντλέω
προκατανύσσω
προκαταξύω
προκαταπαύω
προκαταπέμπω
προκαταπίμπρημι
προκαταπίνω
προκαταπίπτω
προκαταπλάσσω
προκαταπλέω
προκαταπλήσσω
προκαταπονέω
προκάταργμα
προκαταριθμέω
προκαταρκτικός
προκάταρξις
προκαταρρήγνυμι
View word page
προκαταπίνω
swallow beforehand

ShortDef

swallow beforehand

Debugging

Headword:
προκαταπίνω
Headword (normalized):
προκαταπίνω
Headword (normalized/stripped):
προκαταπινω
IDX:
73964
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73965
Key:

Data

{'content': 'swallow beforehand'}