Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προκαλέομαι
προκάλεσμα
προκαλέω
προκαλίζομαι
προκαλινδέομαι
προκάλυμμα
προκαλύπτω
προκάμνω
προκάμπυλος
προκάρδιον
προκάρηνος
προκαρόομαι
προκάρπιον
προκαταβαίνω
προκαταβάλλω
προκαταβάπτω
προκαταβλάπτω
προκαταβολή
προκαταβρέχω
προκαταγγέλλω
προκατάγγελσις
View word page
προκάρηνος
head-foremost
ShortDef
head-foremost
Debugging
Headword:
προκάρηνος
Headword (normalized):
προκάρηνος
Headword (normalized/stripped):
προκαρηνος
IDX:
73904
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73905
Key:
Data
{'content': 'head-foremost'}