Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προθυμοποίησις
πρόθυμος
προθύραιος
πρόθυρον
πρόθυσις
προθύτης
προθύω
προθωράκιον
προϊάλλω
προϊάπτω
προϊδρόω
προϊδρύω
προϊεράομαι
προΐζομαι
προΐημι
προϊκετεύω
προικίδιος
προικίζω
προικιμαῖος
προίκιος
προϊκνέομαι
View word page
προϊδρόω
sweat beforehand
ShortDef
sweat beforehand
Debugging
Headword:
προϊδρόω
Headword (normalized):
προϊδρόω
Headword (normalized/stripped):
προιδροω
IDX:
73834
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73835
Key:
Data
{'content': 'sweat beforehand'}