Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προθυμητέος
προθυμία
προθυμιάομαι
προθυμίη
προθυμοποιέομαι
προθυμοποίησις
πρόθυμος
προθύραιος
πρόθυρον
πρόθυσις
προθύτης
προθύω
προθωράκιον
προϊάλλω
προϊάπτω
προϊδρόω
προϊδρύω
προϊεράομαι
προΐζομαι
προΐημι
προϊκετεύω
View word page
προθύτης
one who offers
ShortDef
one who offers
Debugging
Headword:
προθύτης
Headword (normalized):
προθύτης
Headword (normalized/stripped):
προθυτης
IDX:
73829
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73830
Key:
Data
{'content': 'one who offers'}