Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρόθεσις
προθεσμεύω
προθεσμία
προθέσμιος
προθεσμός
προθεσπίζω
προθετικός
προθετός
προθέω
προθέω2
προθεωρέω
προθεώρημα
προθεωρητέον
προθεωρία
προθήκη
προθηράω
προθησαυρίζω
προθικάριος
προθλάω
προθνῄσκω
Προθοήνωρ
View word page
προθεωρέω
consider before

ShortDef

consider before

Debugging

Headword:
προθεωρέω
Headword (normalized):
προθεωρέω
Headword (normalized/stripped):
προθεωρεω
IDX:
73799
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73800
Key:

Data

{'content': 'consider before'}