Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προθεραπεύω
προθερίζω
προθερμαίνω
προθέρμανσις
πρόθεσις
προθεσμεύω
προθεσμία
προθέσμιος
προθεσμός
προθεσπίζω
προθετικός
προθετός
προθέω
προθέω2
προθεωρέω
προθεώρημα
προθεωρητέον
προθεωρία
προθήκη
προθηράω
προθησαυρίζω
View word page
προθετικός
setting before itself

ShortDef

setting before itself

Debugging

Headword:
προθετικός
Headword (normalized):
προθετικός
Headword (normalized/stripped):
προθετικος
IDX:
73795
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73796
Key:

Data

{'content': 'setting before itself'}