Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προθάπτω
προθεάομαι
προθειλοπεδεύω
πρόθειος
προθέλυμνος
πρόθεμα
προθεμελιόω
προθεμελίωσις
προθεραπεία
προθεραπεύω
προθερίζω
προθερμαίνω
προθέρμανσις
πρόθεσις
προθεσμεύω
προθεσμία
προθέσμιος
προθεσμός
προθεσπίζω
προθετικός
προθετός
View word page
προθερίζω
reap first

ShortDef

reap first

Debugging

Headword:
προθερίζω
Headword (normalized):
προθερίζω
Headword (normalized/stripped):
προθεριζω
IDX:
73786
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73787
Key:

Data

{'content': 'reap first'}