Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προηβάω
προηγεμονεύω
προηγεμών
προηγέομαι
προήγησις
προηγήτειρα
προηγητής
προηγητικός
προηγήτωρ
προηγορέω
προηγορία
προήγορος
προηγουμένως
προήδομαι
προήκης
προήκω
προηλιάζω
προῆλιξ
προηλκυσμένως
προῆμαρ
προημερινός
View word page
προηγορία
a speaking in behalf of

ShortDef

a speaking in behalf of

Debugging

Headword:
προηγορία
Headword (normalized):
προηγορία
Headword (normalized/stripped):
προηγορια
IDX:
73759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73760
Key:

Data

{'content': 'a speaking in behalf of'}