Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προζητέω
προζύμια
προζωννύω
προηβάω
προηγεμονεύω
προηγεμών
προηγέομαι
προήγησις
προηγήτειρα
προηγητής
προηγητικός
προηγήτωρ
προηγορέω
προηγορία
προήγορος
προηγουμένως
προήδομαι
προήκης
προήκω
προηλιάζω
προῆλιξ
View word page
προηγητικός
going before

ShortDef

going before

Debugging

Headword:
προηγητικός
Headword (normalized):
προηγητικός
Headword (normalized/stripped):
προηγητικος
IDX:
73756
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73757
Key:

Data

{'content': 'going before'}