Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προέψησις
προέψω
προέω
προεωλίζω
προζημιόομαι
προζητέω
προζύμια
προζωννύω
προηβάω
προηγεμονεύω
προηγεμών
προηγέομαι
προήγησις
προηγήτειρα
προηγητής
προηγητικός
προηγήτωρ
προηγορέω
προηγορία
προήγορος
προηγουμένως
View word page
προηγεμών
one who leads as a guide

ShortDef

one who leads as a guide

Debugging

Headword:
προηγεμών
Headword (normalized):
προηγεμών
Headword (normalized/stripped):
προηγεμων
IDX:
73751
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73752
Key:

Data

{'content': 'one who leads as a guide'}