Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προευκρινέω
προευκτικός
προευλαβέομαι
προευλογέω
προευμενίζομαι
προευπεπτέω
προευπορέω
προευτελίζω
προευτρεπίζω
προευτρεπισμός
προευφραίνω
προεφίημι
προεφίστημι
προεφοδεύομαι
προεφοδιάζομαι
προεφοράω
προεφορμάω
προεχής
προεχόντως
προέχω
προέψημα
View word page
προευφραίνω
delight before

ShortDef

delight before

Debugging

Headword:
προευφραίνω
Headword (normalized):
προευφραίνω
Headword (normalized/stripped):
προευφραινω
IDX:
73730
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73731
Key:

Data

{'content': 'delight before'}