Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προετυμολόγησις
προευαγγελίζομαι
προευδοκιμέω
προευεργετέω
προευθετίζω
προευκρινέω
προευκτικός
προευλαβέομαι
προευλογέω
προευμενίζομαι
προευπεπτέω
προευπορέω
προευτελίζω
προευτρεπίζω
προευτρεπισμός
προευφραίνω
προεφίημι
προεφίστημι
προεφοδεύομαι
προεφοδιάζομαι
προεφοράω
View word page
προευπεπτέω
digest well before

ShortDef

digest well before

Debugging

Headword:
προευπεπτέω
Headword (normalized):
προευπεπτέω
Headword (normalized/stripped):
προευπεπτεω
IDX:
73725
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73726
Key:

Data

{'content': 'digest well before'}