Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προερεθίζω
προερεθισμός
προερέσσω
προερευνάω
προερέω
προερμηνεύω
προέρπω
προερύω
προέρχομαι
προερωτάω
προεσθίω
πρόεσις
προεσκεμμένως
προεστιάω
προέτειος
προετέον
προετήσιαι
προετικός
προετοιμάζω
προετοιμασία
προετυμολόγησις
View word page
προεσθίω
eat before
ShortDef
eat before
Debugging
Headword:
προεσθίω
Headword (normalized):
προεσθίω
Headword (normalized/stripped):
προεσθιω
IDX:
73705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73706
Key:
Data
{'content': 'eat before'}