Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προερανίστρια
προεργάζομαι
προεργασία
προερεθίζω
προερεθισμός
προερέσσω
προερευνάω
προερέω
προερμηνεύω
προέρπω
προερύω
προέρχομαι
προερωτάω
προεσθίω
πρόεσις
προεσκεμμένως
προεστιάω
προέτειος
προετέον
προετήσιαι
προετικός
View word page
προερύω
to draw on

ShortDef

to draw on

Debugging

Headword:
προερύω
Headword (normalized):
προερύω
Headword (normalized/stripped):
προερυω
IDX:
73702
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73703
Key:

Data

{'content': 'to draw on'}