Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προεπικοινόω
προεπικόπτω
προεπικρίνω
προεπιλογίζομαι
προεπιλύω
προεπιμελέομαι
προεπινοέω
προεπίνοια
προεπιξενόομαι
προεπιπάσσω
προεπιπλήσσω
προεπισημαίνω
προεπισκεπτέον
προεπισκήπτομαι
προεπισκοπέω
προεπίσταμαι
προεπιστέλλω
προεπιταράσσω
προεπιτίθεμαι
προεπιτροπεύω
προεπιφαίνομαι
View word page
προεπιπλήσσω
to be the first to blame

ShortDef

to be the first to blame

Debugging

Headword:
προεπιπλήσσω
Headword (normalized):
προεπιπλήσσω
Headword (normalized/stripped):
προεπιπλησσω
IDX:
73678
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73679
Key:

Data

{'content': 'to be the first to blame'}