Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προέπειμι
προεπιβάλλω
προεπιβουλεύω
προεπιβουλή
προεπιβρέχω
προεπιγιγνώσκω
προεπιγράφω
προεπιδείκνυμι
προεπίδεσμος
προεπιδέω
προεπιδημέω
προεπιζευγνύω
προεπιθεωρέω
προεπιθυμία
προεπικοινόω
προεπικόπτω
προεπικρίνω
προεπιλογίζομαι
προεπιλύω
προεπιμελέομαι
προεπινοέω
View word page
προεπιδημέω
to be at home before

ShortDef

to be at home before

Debugging

Headword:
προεπιδημέω
Headword (normalized):
προεπιδημέω
Headword (normalized/stripped):
προεπιδημεω
IDX:
73664
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73665
Key:

Data

{'content': 'to be at home before'}