Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προέξειμι2
προεξελαύνω
προεξελκόω
προεξεμέω
προεξεπίσταμαι
προεξεργάζομαι
προεξερευνάω
προεξερευνητής
προεξέρχομαι
προεξετάζω
προεξευκρινέω
προεξευρίσκω
προεξεφίεμαι
προεξέχω
προεξηγέομαι
προεξιλεόομαι
προεξιόω
προεξίσταμαι
προεξογκόομαι
προεξοδεύω
προεξοδιάζω
View word page
προεξευκρινέω
examine carefully before

ShortDef

examine carefully before

Debugging

Headword:
προεξευκρινέω
Headword (normalized):
προεξευκρινέω
Headword (normalized/stripped):
προεξευκρινεω
IDX:
73632
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73633
Key:

Data

{'content': 'examine carefully before'}