Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεπιτρόπευτος
ἀνεπιφανής
ἀνεπίφαντος
ἀνεπίφατος
ἀνεπιφθόνητος
ἀνεπίφθονος
ἀνεπίφραστος
ἀνεπιχαρής
ἀνεπιχείρητος
ἀνεπόπτευτος
ἀνέποπτος
ἀνεποργίξομαι
ἀνεπόψιος
ἀνέραμαι
ἀνεραστία
ἀνέραστος
ἀνεργάζομαι
ἀνεργασία
ἀνέργαστος
ἀνέργεια
ἄνεργος
View word page
ἀνέποπτος
not to be discerned

ShortDef

not to be discerned

Debugging

Headword:
ἀνέποπτος
Headword (normalized):
ἀνέποπτος
Headword (normalized/stripped):
ανεποπτος
IDX:
7356
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7357
Key:

Data

{'content': 'not to be discerned'}