Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προεκχωρέω
προέλασις
προελαύνω
προελέγχω
προελευθερόομαι
προέλευσις
προελκομένως
προελκόομαι
προέλκω
προελπίζω
προεμβαίνω
προεμβάλλω
προεμβατήριος
προεμβάτης
προεμβιβάζω
προεμβόλιον
προεμβρέχω
προεμέω
προεμμελετάω
προεμπίμπλημι
προεμπίπλαμαι
View word page
προεμβαίνω
to embark first

ShortDef

to embark first

Debugging

Headword:
προεμβαίνω
Headword (normalized):
προεμβαίνω
Headword (normalized/stripped):
προεμβαινω
IDX:
73541
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73542
Key:

Data

{'content': 'to embark first'}