Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προεκτείνω
προεκτελέω
προεκτέμνω
προεκτήκω
προεκτίθημι
προεκτίκτω
προεκτίλλω
προεκτίνω
προεκτρέχω
προεκτρύχω
προεκτυπόω
προεκφέρω
προεκφεύγω
προεκφλογόω
προεκφοβέω
προεκφόβησις
προεκφοιτάω
προεκφράττω
προεκφωνέω
προεκχέω
προεκχωρέω
View word page
προεκτυπόω
mould
ShortDef
mould
Debugging
Headword:
προεκτυπόω
Headword (normalized):
προεκτυπόω
Headword (normalized/stripped):
προεκτυποω
IDX:
73521
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73522
Key:
Data
{'content': 'mould'}