Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προεκνιτρωτέον
προεκπέμπω
προεκπηδάω
προεκπίνω
προεκπίπτω
προεκπλέω
προεκπλήσσω
προεκποιέω
προεκπονέω
προέκπτωσις
προεκρέω
προεκρήγνυμαι
προεκτείνω
προεκτελέω
προεκτέμνω
προεκτήκω
προεκτίθημι
προεκτίκτω
προεκτίλλω
προεκτίνω
προεκτρέχω
View word page
προεκρέω
flow out first
ShortDef
flow out first
Debugging
Headword:
προεκρέω
Headword (normalized):
προεκρέω
Headword (normalized/stripped):
προεκρεω
IDX:
73509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73510
Key:
Data
{'content': 'flow out first'}