Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προεκλύω
προεκμανθάνω
προεκμάττω
προεκμυζάω
προεκνιτρόω
προεκνιτρωτέον
προεκπέμπω
προεκπηδάω
προεκπίνω
προεκπίπτω
προεκπλέω
προεκπλήσσω
προεκποιέω
προεκπονέω
προέκπτωσις
προεκρέω
προεκρήγνυμαι
προεκτείνω
προεκτελέω
προεκτέμνω
προεκτήκω
View word page
προεκπλέω
to sail out before

ShortDef

to sail out before

Debugging

Headword:
προεκπλέω
Headword (normalized):
προεκπλέω
Headword (normalized/stripped):
προεκπλεω
IDX:
73504
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-73505
Key:

Data

{'content': 'to sail out before'}